Συστατικό
PARAFFINUM LIQUIDUM
Όνομα / περιγραφή
Παραφίνη υγρή (Paraffinum Liquidum)· Παραφινέλαια, υγροί υδρογονάνθρακες από πετρέλαιο
Δράση (-εις) του συστατικού στα καλλυντικά προϊόντα
Έκδοχο για αρωματικά έλαια
Έκδοχο για αρωματικά έλαια /ή μέσων γεύσης
ΑΝΤΙΣΤΑΤΙΚΟ
Μειώνει τα ηλεκτροστατικά φορτία (π.χ. των μαλλιών)
ΔΙΑΛΥΤΗΣ
Διαλύει άλλες ουσίες
ΜΑΛΑΚΤΙΚΟ ΕΠΙΔΕΡΜΙΔΑΣ - ΜΑΛΑΚΤΙΚΟ
Μαλακώνει και λειαίνει την επιδερμίδα
ΜΕΣΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΙΔΕΡΜΙΔΑΣ
Προστατεύει την επιδερμίδα από εξωτερικές επιδράσεις
Προέλευση
ορυκτό/συνθετικό
Χρήση στα καλλυντικά
Κρέμες, αλοιφές, γαλακτώματα και προϊόντα σε μορφή στικ
Άλλες πληροφορίες για τη χρήση στα καλλυντικά
Ο όρος παραφίνες ή ορυκτέλαια περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό πολλών διαφορετικών πρώτων υλών με διαφορετική συνοχή, π.χ. υγρά έλαια ή στερεοί κηροί. Χρησιμοποιούνται εδώ και δεκαετίες σε μεγάλο αριθμό προϊόντων τελικής κατανάλωσης. Αυτές τις ουσίες μπορούν να περιέχονται επίσης σε καλλυντικά προϊόντα όπως κρέμες και λοσιόν κλπ. Οι παραφίνες είναι κορεσμένοι, διακλαδισμένοι και μη διακλαδισμένοι υδρογονάνθρακες που λαμβάνονται από το πετρέλαιο ή μπορούν να παραχθούν συνθετικά. Είναι λιπόφιλες, υδρόφοβες (αδιαβροχοποιητικές) και χαρακτηρίζονται από υψηλή σταθερότητα. Όλες οι παραφίνες είναι αδιάλυτες στο νερό, δύσκολα διαλυτές σε 100% αλκοόλη, αναμιγνύονται με λίπη, λιπαρά έλαια και κηρούς. Οι υγρές παραφίνες συνοψίζονται επίσης με τον προσδιορισμό «παραφινέλαιο» ("paraffin oil"). Πρόκειται για διαυγή, άχρωμα, άοσμα και άγευστα παχύρρευστα υγρά. Τα ορυκτέλαια έχουν μεμβρανογενείς καθώς και υδρόφοβες (αδιαβροχοποιητικές) ιδιότητες σε καλλυντικά προϊόντα και ενισχύουν τη λάμψη στο δέρμα (π.χ. στα κραγιόν). Επιπλέον, χρησιμεύουν ως ενισχυτικά της συνοχής στις κρέμες και προστατεύουν το δέρμα από την απώλεια υγρασίας. Οι παραφίνες που χρησιμοποιούνται στα καλλυντικά είναι υψηλής καθαρότητας, με καλή ανοχή και δεν προκαλούν ερεθισμούς στο δέρμα. Οι πιο συχνά χρησιμοποιούμενοι υδρογονάνθρακες στα καλλυντικά είναι το παραφινέλαιο (INCI: PARAFFINUM LIQUIDUM) και η βαζελίνη (INCI: PETROLATUM). Με βάση τη συνοχή και την προέλευσή τους διακρίνονται οι ακόλουθες παραφίνες: Η υγρή παραφίνη, το παραφινέλαιο, το ορυκτέλαιο (INCI: PARAFFINUM LIQUIDUM) περιέχει πολλούς διακλαδισμένους και επίσης κυκλικούς υδρογονάνθρακες. Η σκληρή παραφίνη (INCI: PARAFFIN) είναι ένα στερεό μείγμα κορεσμένων υδρογονανθράκων. Ο μικροκρυσταλλικός κηρός (INCI: CERA MICROCRISTALLINA) είναι μια κεκαθαρμένη, στερεή παραφίνη με κρυσταλλικές δομές. Ο οζοκερίτης (INCI: OZOKERITE) είναι μια φυσική στερεή παραφίνη (φυσικός κηρός) με στερεούς, κορεσμένους, υψηλού μοριακού βάρους υδρογονάνθρακες με προσμίξεις ισοπαραφινών και αρωματικών. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ενισχυτικό της συνοχής. Η κερεσίνη (INCI: CERESIN) είναι ένας οζοκερίτης που καθαρίζεται με απομάκρυνση των προσμίξεων και χρησιμοποιείται όπως ο οζοκερίτης. Η βαζελίνη (INCI: PETROLATUM) είναι το κεκαθαρμένο υπόλειμμα της απόσταξης πετρελαίου που συνίσταται από n-παραφίνες και ισοπαραφίνες. Τα κλάσματα της παραφίνης είναι στερεά και υγρά και συνιστούν μια σταθερή λιπογέλη. Οι αρωματικές ουσίες ή τα μείγματα αρωματικών ουσιών αναφέρονται συχνά στον τομέα των καλλυντικών ως «αρωματικοί παράγοντες» ή «αρωματικά έλαια» ή «έλαια αρωμάτων». Στα καλλυντικά προϊόντα δηλώνονται με την ονομασία INCI «PARFUM». Πρόκειται για μη αραιωμένες μεμονωμένες ουσίες ή μείγματα αυτών που προέρχονται από φυσικές πρώτες ύλες ή μπορούν να παραχθούν (ημι-) συνθετικά. Αποτελούν πρώτες ύλες για την παραγωγή αρωμάτων και κολωνιών (eau de parfum, eau de toilette, eau de cologne) και άλλων αρωματισμένων καλλυντικών προϊόντων. Η μέση περιεκτικότητα των αρωματικών ουσιών στο άρωμα ανέρχεται σε 15-30 %, στο eau de parfum σε 10-14 %, σε eau de toilette σε 6-9 %, σε eau de cologne σε 3-5 % όπως και σε κρέμες δέρματος, σαμπουάν, σπρέι για τα μαλλιά και αποσμητικά έως περίπου 0,2-1 % και περίπου 1-3 % στα αποσμητικά στικ. Τα αρωματικά έλαια περιλαμβάνουν αιθέρια έλαια, ρητινοειδή και απόλυτα έλαια. Οι πρώτες ύλες είναι, μεταξύ άλλων, λουλούδια, φύλλα και μίσχοι, φρούτα και φλούδες φρούτων ή ρίζες φυτών∙ ξύλα, χόρτα ή βότανα, βελόνες, ρητίνες και βάλσαμα. Επιπλέον, χρησιμοποιούνται μόνο ενώσεις που απομονώνονται από φυσικά προϊόντα όπως αλδεΰδες, κετόνες, εστέρες, αλκοόλες κ.λπ. (γερανιόλη, κιτρονελλάλη, κιτράλη, ευγενόλη, μενθόλη) καθώς και ημι-συνθετικά (σιτρονελόλη, οξικός γερανυλεστέρας, ζονόνη) και συνθετικές οσμές ( π.χ. φαινυλαιθυλική αλκοόλη και λιναλοόλη). Οσμές ζωικής προέλευσης όπως ο μόσχος και η άμβρα χρησιμοποιούνται σπάνια μόνο.
Πληροφορίες για την ασφαλή χρήση
Γιατί μιλάμε για αυτό;
Τα ορυκτέλαια κατηγορούνται ότι σχηματίζουν ένα αδιαπέραστο φιλμ στην επιφάνεια του δέρματος. Οι ενώσεις καταναλωτών έχουν θέσει το ερώτημα της πιθανής παρουσίας ανεπιθύμητων ενώσεων στα ορυκτέλαια. Τα δεδομένα: Τα ορυκτέλαια είναι γνωστά στα καλλυντικά ως αποφρακτικά. Αυτό δεν σημαίνει ότι πνίγουν το δέρμα (που δεν αναπνέει), αλλά ότι το φιλμ που σχηματίζουν στην επιφάνεια του δέρματος περιορίζει την άδηλη απώλεια νερού, γεγονός που τα κατατάσσει στην κατηγορία των ενυδατικών. Δεν φράζουν τους πόρους ούτε προκαλούν ατέλειες. Ο όρος ορυκτέλαιο καλύπτει ένα ευρύ φάσμα συστατικών, των οποίων τα χαρακτηριστικά (δομή, ιξώδες κ.λπ.) ποικίλλουν, αλλά τα οποία αποτελούνται όλα από υδρογονάνθρακες γνωστούς ως «κορεσμένους». Τα ορυκτέλαια που χρησιμοποιούνται στα καλλυντικά είναι εξευγενισμένα σε έναν υψηλό, φαρμακευτικό βαθμό καθαρότητας (1). Τα ορυκτέλαια που χρησιμοποιούνται στα προϊόντα για τα χείλη είναι αρκετά ασφαλή για να καταποθούν (2). Τα ορυκτέλαια δεν διαπερνούν τον φραγμό του δέρματος∙ επιπλέον είναι αδρανή και άριστα ανεκτά, γεγονός που τα καθιστά καλό σύμμαχο για το εύθραυστο δέρμα. Βασικά σημεία που πρέπει να γνωρίζετε: Τα ορυκτέλαια είναι πολύ γνωστά συστατικά καλλυντικών και είναι πολύ ασφαλή για χρήση (1), τόσο στο δέρμα όσο και στα χείλη. Τα κριτήρια καθαρότητας που απαιτούνται στα καλλυντικά περιορίζουν την παρουσία ανεπιθύμητων ενώσεων στο ελάχιστο, χωρίς κανέναν κίνδυνο για την υγεία (2). Το γεγονός ότι δεν διαπερνούν τον φραγμό του δέρματος, καθώς και η αποφρακτική τους φύση αποτελούν πλεονέκτημα στη φροντίδα του πιο εύθραυστου δέρματος. Χρησιμοποιούνται ακόμη και στο ιατρικό περιβάλλον για τη διαχείριση του κατεστραμμένου δέρματος (εγκαύματα, πληγές). Πηγές: (1) Bundesinstitut für Risikobewertung (BFR): Highly refined mineral oils in cosmetics: Health risks are not to be expected according to current knowledge, 2018: https://mobil.bfr.bund.de/cm/349/highly-refined-mineral-oils-in-cosmetics-health-risks-are-not-to-be-expected-according-to-current-knowledge.pdf (2) COSMETICS EUROPE: Mineral hydrocarbons in cosmetic lip care products, 2018: https://cosmeticseurope.eu/download/N08vNnB0TUhMbWpwQmlqVk9UZzdwZz09
Ανήκει στις παρακάτω ομάδες συστατικών
Ρυθμίζοντας τα Καλλυντικά
Τα συστατικά των καλλυντικών προϊόντων υπόκεινται σε κανονισμούς. Παρακαλώ σημειώστε ότι ενδέχεται να ισχύουν διαφορετικοί κανονισμοί για τα συστατικά των καλλυντικών σε χώρες εκτός της ΕΕ.