Συστατικό
THEOBROMA CACAO SEED BUTTER
Όνομα του φυτού
Κακαόδεντρο
Χρησιμοποιημένα μέρη του φυτού
Σπόροι (πυρήνες)
Είδος παρασκευάσματος
Βούτυρο (φυτικό λίπος)
Δράση (-εις) του συστατικού στα καλλυντικά προϊόντα
ΑΡΩΜΑΤΙΚΟ
Ενισχύει την οσμή ενός προϊόντος και/ή αρωματίζει την επιδερμίδα
ΜΑΛΑΚΤΙΚΟ ΔΕΡΜΑΤΟΣ
Διατηρεί την επιδερμίδα σε καλή κατάσταση
ΜΑΛΑΚΤΙΚΟ ΕΠΙΔΕΡΜΙΔΑΣ - ΜΑΛΑΚΤΙΚΟ
Μαλακώνει και λειαίνει την επιδερμίδα
ΜΕΣΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΙΔΕΡΜΙΔΑΣ
Προστατεύει την επιδερμίδα από εξωτερικές επιδράσεις
Προέλευση
φυτικά (Οι πληροφορίες ενδέχεται να αντανακλούν αποκλειστικά την κατάσταση κατά την αρχική καταχώριση αυτού του συστατικού στο αντίστοιχο λεξικό INCI· η τεχνολογική πρόοδος μπορεί να έχει προσθέσει νέες επιλογές παραγωγής βασισμένες σε ουσίες διαφορετικής προέλευσης.)
Χρήση στα καλλυντικά
Προϊόντα στικ, π.χ. στικ φροντίδας χειλιών, βούτυρο σώματος, βάσεις σαπουνιού, προϊόντα μακιγιάζ
Χρήση σε άλλα προϊόντα
Τρόφιμα, π.χ. σοκολάτα
Άλλες πληροφορίες για τη χρήση στα καλλυντικά
Το κακάο λαμβάνεται από σπόρους κακάο και είναι ένα δημοφιλές τρόφιμο που συμβάλλει στην ευεξία μας με τη μορφή της στερεής σοκολάτας ή του ροφήματος σοκολάτας. Κυρίως η θεοβρωμίνη που περιέχει μπορεί να βοηθήσει στη βελτίωση της διάθεσης. Το πιο γνωστό προϊόν από τα προϊόντα του κακάου είναι το βούτυρο κακάο. Σε ορισμένα καλλυντικά προϊόντα το κακάο περιλαμβάνεται και με τη μορφή βουτύρου κακάο (INCI: THEOBROMA CACAO SEED BUTTER). Λόγω των ιδιοτήτων φροντίδας του δέρματος, το βούτυρο κακάο χρησιμοποιείται σε κραγιόν και ως πρόσθετο φροντίδας σε λοσιόν, πρόσθετα μπάνιου, κρέμες για το δέρμα και για βούτυρα σώματος, εδώ συχνά σε συνδυασμό με το βούτυρο καριτέ. Το βούτυρο κακάο διατίθεται επίσης στο εμπόριο σε «καθαρή» μορφή. Το βούτυρο κακάο είναι πλούσιο σε λιπαρά οξέα και τήκεται σε θερμοκρασία 31 έως 38 °C. Παρ’ όλ’ αυτά είναι στερεό σε φυσιολογική θερμοκρασία περιβάλλοντος∙ όταν εφαρμόζεται επάνω στο θερμότερο δέρμα λιώνει απαλά δίνοντας ένα ευχάριστο αποτέλεσμα φροντίδας. Το άμεσο μασάζ του βουτύρου κακάο στο δέρμα στους αγκώνες, τους ώμους, τα μπράτσα, τα γόνατα και τις κνήμες προσφέρει περιποιητική, διεγερτική και ταυτόχρονα καταπραϋντική δράση. Το κακαόδενδρο (theobroma cacao) ανήκει στο γένος theobroma της οικογένειας των μαλαχοειδών (παλαιότερα γένος sterculia). Μπορεί να καλλιεργηθεί μόνο σε συγκεκριμένες κλιματικές συνθήκες και απαιτεί καλά εδάφη, αρκετό νερό και καρποφορεί μόνο μεταξύ 20 μοιρών βόρεια και 20 μοιρών νότια του ισημερινού. Οι χώρες στις οποίες το δέντρο ευδοκιμεί εξαιρετικά είναι, για παράδειγμα, η Ακτή του Ελεφαντοστού, η Γκάνα, η Ινδονησία, η Νιγηρία, η Βραζιλία, το Καμερούν και άλλες. Τα φυτικά μέρη του κακαόδενδρου (theobroma cacao) που χρησιμοποιούνται είναι, για παράδειγμα, οι φλούδες, οι καρποί, οι σπόροι ή τα φύλλα. Ανάλογα με το μέρος του φυτού ή τις μεθόδους εκχύλισης ή κατεργασίας (σύνθλιψη, αλκοολικά, ελαιώδη και υδατικά εκχυλίσματα, ξήρανση και κονιοποίηση της φλούδας), διάφορα συστατικά του φυτού χρησιμοποιούνται για διαφορετικούς σκοπούς στα καλλυντικά. Οι αρωματικές ουσίες ή τα μείγματα αρωματικών ουσιών αναφέρονται συχνά στον τομέα των καλλυντικών ως «αρωματικοί παράγοντες» ή «αρωματικά έλαια» ή «έλαια αρωμάτων». Στα καλλυντικά προϊόντα δηλώνονται με την ονομασία INCI «PARFUM». Πρόκειται για μη αραιωμένες μεμονωμένες ουσίες ή μείγματα αυτών που προέρχονται από φυσικές πρώτες ύλες ή μπορούν να παραχθούν (ημι-) συνθετικά. Αποτελούν πρώτες ύλες για την παραγωγή αρωμάτων και κολωνιών (eau de parfum, eau de toilette, eau de cologne) και άλλων αρωματισμένων καλλυντικών προϊόντων. Η μέση περιεκτικότητα των αρωματικών ουσιών στο άρωμα ανέρχεται σε 15-30 %, στο eau de parfum σε 10-14 %, σε eau de toilette σε 6-9 %, σε eau de cologne σε 3-5 % όπως και σε κρέμες δέρματος, σαμπουάν, σπρέι για τα μαλλιά και αποσμητικά έως περίπου 0,2-1 % και περίπου 1-3 % στα αποσμητικά στικ. Τα αρωματικά έλαια περιλαμβάνουν αιθέρια έλαια, ρητινοειδή και αποστάγματα. Οι πρώτες ύλες είναι, μεταξύ άλλων, λουλούδια, φύλλα και μίσχοι, φρούτα και φλούδες φρούτων ή ρίζες φυτών, ξύλα, χόρτα ή βότανα, βελόνες, ρητίνες και βάλσαμα. Επιπλέον, χρησιμοποιούνται ενώσεις που απομονώνονται από φυσικά προϊόντα, όπως αλδεΰδες, κετόνες, εστέρες, αλκοόλες κ.λπ. (π.χ. γερανιόλη, κιτρονελλάλη, σιτραλ, ευγενόλη, μενθόλη). Χρησιμοποιούνται επίσης ημι-συνθετικά (π.χ. κιτρονελλόλη, οξικός γερανυλεστέρας, ιονόνη) και συνθετικά αρώματα (π.χ. φαινυλαιθυλική αλκοόλη και λιναλόλη). Αρώματα ζωικής προέλευσης, όπως ο μόσχος και το άμβρα, χρησιμοποιούνται πλέον σπάνια.
Ανήκει στις παρακάτω ομάδες συστατικών
Ρύθμιση των καλλυντικών προϊόντων
Τα συστατικά καλλυντικών υπόκεινται σε ρύθμιση. Παρακαλούμε σημειώστε ότι μπορεί να ισχύουν διαφορετικές ρυθμίσεις για τα συστατικά καλλυντικών εκτός της ΕΕ.



