Συστατικό
TOCOPHEROL
Όνομα / περιγραφή
α-Τοκοφερόλη· 3,4-Διυδρο-2,5,7,8-τετραμεθυλ-2-(4,8,12-τριμεθυλοτριδεκυλ)-2H-βενζοπυραν-6-όλη· Βιταμίνη E
Δράση (-εις) του συστατικού στα καλλυντικά προϊόντα
Έκδοχο για αρωματικά έλαια
Έκδοχο για αρωματικά έλαια /ή μέσων γεύσης
ΑΝΤΙΟΞΕΙΔΩΤΙΚΟ
Αναστέλλει τις αντιδράσεις των υλικών με το οξυγόνο, εμποδίζοντας έτσι την οξείδωση και την αλλοίωση των συστατικών
ΜΑΛΑΚΤΙΚΟ ΔΕΡΜΑΤΟΣ
Διατηρεί την επιδερμίδα σε καλή κατάσταση
Προέλευση
φυτικό/συνθετικό
Χρήση στα καλλυντικά
Προϊόντα φροντίδας του δέρματος, αντηλιακά
Χρήση σε άλλα προϊόντα
Σε φυτικά έλαια υψηλής ποιότητας (π.χ. σιτέλαιο, ηλιέλαιο, λινέλαιο, ελαιόλαδο), μικρόβια δημητριακών, κρόκο αυγού, ξηρούς καρπούς, προϊόντα ολικής αλέσεως, γαλακτοκομικά, βούτυρο και μαργαρίνη
Άλλες πληροφορίες για τη χρήση στα καλλυντικά
Η βιταμίνη Ε (INCI: TOCOPHEROL) ανήκει στις λιποδιαλυτές βιταμίνες. Αναπτύσσει κυτταροπροστατευτική δράση και επίσης υποβοηθά την ανάπλαση του δέρματος. Με τις λιπόφιλες ιδιότητές της προστατεύει, ειδικότερα, τις κυτταρικές μεμβράνες και τα κύτταρα του δέρματος από τις λεγόμενες ελεύθερες ρίζες. Επιπλέον, η βιταμίνη Ε βοηθά στη βελτίωση της δομής της επιφάνειας και στην αύξηση της ικανότητας του δέρματος να συγκρατεί υγρασία. Στην επιδερμίδα η Βιταμίνη Ε είναι το πιο σημαντικό αντιοξειδωτικό για την προστασία των κυττάρων. Αναχαιτίζει τις επιθετικές ενώσεις που προκαλούνται από την υπεριώδη ακτινοβολία στο δέρμα και ως εκ τούτου προλαμβάνει την πρόωρη γήρανση του δέρματος. Με αυτόν τον τρόπο προστατεύει από την οξείδωση τις κυτταρικές μεμβράνες, τις λιποπρωτεΐνες και το αποθηκευμένο λίπος. Οι αρωματικές ουσίες ή τα μείγματα αρωματικών ουσιών αναφέρονται συχνά στον τομέα των καλλυντικών ως «αρωματικοί παράγοντες» ή «αρωματικά έλαια» ή «έλαια αρωμάτων». Στα καλλυντικά προϊόντα δηλώνονται με την ονομασία INCI «PARFUM». Πρόκειται για μη αραιωμένες μεμονωμένες ουσίες ή μείγματα αυτών που προέρχονται από φυσικές πρώτες ύλες ή μπορούν να παραχθούν (ημι-) συνθετικά. Αποτελούν πρώτες ύλες για την παραγωγή αρωμάτων και κολωνιών (eau de parfum, eau de toilette, eau de cologne) και άλλων αρωματισμένων καλλυντικών προϊόντων. Η μέση περιεκτικότητα των αρωματικών ουσιών στο άρωμα ανέρχεται σε 15-30 %, στο eau de parfum σε 10-14 %, σε eau de toilette σε 6-9 %, σε eau de cologne σε 3-5 % όπως και σε κρέμες δέρματος, σαμπουάν, σπρέι για τα μαλλιά και αποσμητικά έως περίπου 0,2-1 % και περίπου 1-3 % στα αποσμητικά στικ. Τα αρωματικά έλαια περιλαμβάνουν αιθέρια έλαια, ρητινοειδή και απόλυτα έλαια. Οι πρώτες ύλες είναι, μεταξύ άλλων, λουλούδια, φύλλα και μίσχοι, φρούτα και φλούδες φρούτων ή ρίζες φυτών∙ ξύλα, χόρτα ή βότανα, βελόνες, ρητίνες και βάλσαμα. Επιπλέον, χρησιμοποιούνται μόνο ενώσεις που απομονώνονται από φυσικά προϊόντα όπως αλδεΰδες, κετόνες, εστέρες, αλκοόλες κ.λπ. (γερανιόλη, κιτρονελλάλη, κιτράλη, ευγενόλη, μενθόλη) καθώς και ημι-συνθετικά (σιτρονελόλη, οξικός γερανυλεστέρας, ζονόνη) και συνθετικές οσμές ( π.χ. φαινυλαιθυλική αλκοόλη και λιναλοόλη). Οσμές ζωικής προέλευσης όπως ο μόσχος και η άμβρα χρησιμοποιούνται σπάνια μόνο.
Ανήκει στις παρακάτω ομάδες συστατικών
Ρυθμίζοντας τα Καλλυντικά
Τα συστατικά των καλλυντικών προϊόντων υπόκεινται σε κανονισμούς. Παρακαλώ σημειώστε ότι ενδέχεται να ισχύουν διαφορετικοί κανονισμοί για τα συστατικά των καλλυντικών σε χώρες εκτός της ΕΕ.