Συστατικό
BUTETH-2 ACETATE
Πληροφορίες για ουσία
Τα Acetates (οξικά) είναι άλατα ή εστέρες του οξικού οξέος.
Δράση (-εις) του συστατικού στα καλλυντικά προϊόντα
ΑΡΩΜΑΤΙΚΟ
Ενισχύει την οσμή ενός προϊόντος και/ή αρωματίζει την επιδερμίδα
ΔΙΑΛΥΤΗΣ
Διαλύει άλλες ουσίες
ΜΕΣΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΙΞΩΔΟΥΣ
Αυξάνει ή μειώνει το ιξώδες των καλλυντικών προϊόντων
Προέλευση
(Οι πληροφορίες ενδέχεται να αντανακλούν αποκλειστικά την κατάσταση κατά την αρχική καταχώριση αυτού του συστατικού στο αντίστοιχο λεξικό INCI· η τεχνολογική πρόοδος μπορεί να έχει προσθέσει νέες επιλογές παραγωγής βασισμένες σε ουσίες διαφορετικής προέλευσης.)
Άλλες πληροφορίες για τη χρήση στα καλλυντικά
Οι αρωματικές ουσίες ή τα μείγματα αρωματικών ουσιών αναφέρονται συχνά στον τομέα των καλλυντικών ως «αρωματικοί παράγοντες» ή «αρωματικά έλαια» ή «έλαια αρωμάτων». Στα καλλυντικά προϊόντα δηλώνονται με την ονομασία INCI «PARFUM». Πρόκειται για μη αραιωμένες μεμονωμένες ουσίες ή μείγματα αυτών που προέρχονται από φυσικές πρώτες ύλες ή μπορούν να παραχθούν (ημι-) συνθετικά. Αποτελούν πρώτες ύλες για την παραγωγή αρωμάτων και κολωνιών (eau de parfum, eau de toilette, eau de cologne) και άλλων αρωματισμένων καλλυντικών προϊόντων. Η μέση περιεκτικότητα των αρωματικών ουσιών στο άρωμα ανέρχεται σε 15-30 %, στο eau de parfum σε 10-14 %, σε eau de toilette σε 6-9 %, σε eau de cologne σε 3-5 % όπως και σε κρέμες δέρματος, σαμπουάν, σπρέι για τα μαλλιά και αποσμητικά έως περίπου 0,2-1 % και περίπου 1-3 % στα αποσμητικά στικ. Τα αρωματικά έλαια περιλαμβάνουν αιθέρια έλαια, ρητινοειδή και αποστάγματα. Οι πρώτες ύλες είναι, μεταξύ άλλων, λουλούδια, φύλλα και μίσχοι, φρούτα και φλούδες φρούτων ή ρίζες φυτών, ξύλα, χόρτα ή βότανα, βελόνες, ρητίνες και βάλσαμα. Επιπλέον, χρησιμοποιούνται ενώσεις που απομονώνονται από φυσικά προϊόντα, όπως αλδεΰδες, κετόνες, εστέρες, αλκοόλες κ.λπ. (π.χ. γερανιόλη, κιτρονελλάλη, σιτραλ, ευγενόλη, μενθόλη). Χρησιμοποιούνται επίσης ημι-συνθετικά (π.χ. κιτρονελλόλη, οξικός γερανυλεστέρας, ιονόνη) και συνθετικά αρώματα (π.χ. φαινυλαιθυλική αλκοόλη και λιναλόλη). Αρώματα ζωικής προέλευσης, όπως ο μόσχος και το άμβρα, χρησιμοποιούνται πλέον σπάνια. Οι πολυαιθυλενογλυκόλες (INCI: PEG-...) είναι προϊόντα πολυσυμπύκνωσης της αιθυλενογλυκόλης ή προϊόντα πολυμερισμού του αιθυλενοξειδίου. Ο αριθμός που προστίθεται στην ονομασία αναφέρεται στον μέσο αριθμό μονάδων αιθυλενοξειδίου στην ουσία. Η συνοχή των PEG παραγώγων γίνεται πιο στερεή όσο αυξάνεται ο βαθμός πολυμερισμού. Οι PEG με μέση μοριακή μάζα έως 600 g/mol είναι υγρές ουσίες, έως 1.000 g/mol ουσίες που μοιάζουν με κηρό, και από 4.000 g/mol στερεές ουσίες που μοιάζουν με κηρό. Με ανάμειξη στερεών και υγρών συστατικών, λαμβάνονται προϊόντα κρεμώδους σύστασης, τα οποία χρησιμοποιούνται ως βάσεις χωρίς νερό και βάσεις που ξεβγάζονται με νερό. Όσο αυξάνεται η μοριακή μάζα, τόσο μειώνονται η υδατοδιαλυτότητα και η υγροσκοπικότητα (ικανότητα απορρόφησης υγρασίας) των πολυαιθυλενογλυκολών.
Πληροφορίες για την ασφαλή χρήση
Claudia Fruijtier-Pölloth: Safety assessment on polyethylene glycols (PEGs) and their derivatives as used in cosmetic products. In: "Toxicology" (2005), No. 214, P. 1-38. Publisher: Elsevier Ireland Ltd.
Ανήκει στις παρακάτω ομάδες συστατικών
Ρύθμιση των καλλυντικών προϊόντων
Τα συστατικά καλλυντικών υπόκεινται σε ρύθμιση. Παρακαλούμε σημειώστε ότι μπορεί να ισχύουν διαφορετικές ρυθμίσεις για τα συστατικά καλλυντικών εκτός της ΕΕ.



