Συστατικό
CITRIC ACID
Όνομα / περιγραφή
Κιτρικό οξύ· 2-Υδροξυ-1,2,3-προπανοτρικαρβοξυλικό οξύ
Δράση (-εις) του συστατικού στα καλλυντικά προϊόντα
Έκδοχο για αρωματικά έλαια
Έκδοχο για αρωματικά έλαια /ή μέσων γεύσης
ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟ ΔΙΑΛΥΜΑ
Ελέγχει το pH των καλλυντικών προϊόντων
ΧΗΛΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ
Δεσμεύει τα ιόντα μετάλλων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τη σταθερότητα και/ή την όψη των καλλυντικών
Προέλευση
φυτικό/βιοτεχνολογία
Χρήση στα καλλυντικά
Γαλακτώματα, π.χ. λοσιόν ή κρέμες φροντίδας του δέρματος
Χρήση σε άλλα προϊόντα
Σε τρόφιμα, συμπληρώματα διατροφής, ως αποσκληρυντικό νερού/παράγοντας απασβέστωσης και εναλλακτικό μαλακτικό
Άλλες πληροφορίες για τη χρήση στα καλλυντικά
Το κιτρικό οξύ έχει ήπια στυπτική και λευκαντική δράση. Χρησιμοποιείται επίσης ως όξινο συστατικό για τη ρύθμιση της τιμής του pH των καλλυντικών, π.χ. σε λοσιόν ή κρέμες φροντίδας του δέρματος. Τα οξέα φρούτων (INCI: π.χ. CITRIC ACID ή OXALIC ACID) γίνονται όλο και πιο δημοφιλή στα καλλυντικά προϊόντα και εφαρμογές. Εξαφανίζουν τις φολίδες και τις τραχιές περιοχές του δέρματος, το δέρμα γίνεται πιο λείο και οι λεπτές γραμμές και οι ρυτίδες μειώνονται. Σε υψηλότερες συγκεντρώσεις, τα οξέα φρούτων διαλύουν τους δεσμούς των συνεχώς συσσωρευόμενων νεκρών κυττάρων της κεράτινης στιβάδας του δέρματος και έτσι υποβοηθούν στην αποβολή τους. Ο φυσικός σχηματισμός νέων κυττάρων προάγεται και υποστηρίζεται έμμεσα, και βελτιώνεται η ελαστικότητα του δέρματος. Στη λιπαρή επιδερμίδα τα οξέα φρούτων εμποδίζουν το σχηματισμό κηλίδων και ακαθαρσιών στο δέρμα. Με αυτόν τον τρόπο η υφή του δέρματος ομαλοποιείται και το δέρμα φαίνεται πιο καθαρό και φρέσκο. Οξέα φρούτων προστίθενται σε χαμηλές συγκεντρώσεις σε ορισμένες κρέμες. Λαμβάνονται, για παράδειγμα, από λεμόνια, σταφύλια ή μήλα ή παράγονται συνθετικά. Η χρήση των οξέων φρούτων πρέπει να προσαρμόζεται στον τύπο του δέρματος με ακρίβεια. Το ευαίσθητο δέρμα μπορεί, για παράδειγμα, να εμφανίσει αντίδραση ερεθισμού και δεν ανέχεται κάθε δέρμα μια υπερβολικά συχνή εφαρμογή προϊόντων με υψηλή συγκέντρωση οξέων. Γι’ αυτό τα προϊόντα που διατίθενται σήμερα στην αγορά επιλέγονται ιδιαίτερα προσεκτικά ως προς τη συγκέντρωση των ενεργών συστατικών και/ή την προσαρμογή της τιμής του pH. Μετά την εφαρμογή προϊόντων με αρκετά υψηλή συγκέντρωση οξέων φρούτων, η αντηλιακή προστασία είναι σημαντική. Σχετικές πληροφορίες βρίσκονται στις συσκευασίες των προϊόντων. Οι αρωματικές ουσίες ή τα μείγματα αρωματικών ουσιών αναφέρονται συχνά στον τομέα των καλλυντικών ως «αρωματικοί παράγοντες» ή «αρωματικά έλαια» ή «έλαια αρωμάτων». Στα καλλυντικά προϊόντα δηλώνονται με την ονομασία INCI «PARFUM». Πρόκειται για μη αραιωμένες μεμονωμένες ουσίες ή μείγματα αυτών που προέρχονται από φυσικές πρώτες ύλες ή μπορούν να παραχθούν (ημι-) συνθετικά. Αποτελούν πρώτες ύλες για την παραγωγή αρωμάτων και κολωνιών (eau de parfum, eau de toilette, eau de cologne) και άλλων αρωματισμένων καλλυντικών προϊόντων. Η μέση περιεκτικότητα των αρωματικών ουσιών στο άρωμα ανέρχεται σε 15-30 %, στο eau de parfum σε 10-14 %, σε eau de toilette σε 6-9 %, σε eau de cologne σε 3-5 % όπως και σε κρέμες δέρματος, σαμπουάν, σπρέι για τα μαλλιά και αποσμητικά έως περίπου 0,2-1 % και περίπου 1-3 % στα αποσμητικά στικ. Τα αρωματικά έλαια περιλαμβάνουν αιθέρια έλαια, ρητινοειδή και απόλυτα έλαια. Οι πρώτες ύλες είναι, μεταξύ άλλων, λουλούδια, φύλλα και μίσχοι, φρούτα και φλούδες φρούτων ή ρίζες φυτών∙ ξύλα, χόρτα ή βότανα, βελόνες, ρητίνες και βάλσαμα. Επιπλέον, χρησιμοποιούνται μόνο ενώσεις που απομονώνονται από φυσικά προϊόντα όπως αλδεΰδες, κετόνες, εστέρες, αλκοόλες κ.λπ. (γερανιόλη, κιτρονελλάλη, κιτράλη, ευγενόλη, μενθόλη) καθώς και ημι-συνθετικά (σιτρονελόλη, οξικός γερανυλεστέρας, ζονόνη) και συνθετικές οσμές ( π.χ. φαινυλαιθυλική αλκοόλη και λιναλοόλη). Οσμές ζωικής προέλευσης όπως ο μόσχος και η άμβρα χρησιμοποιούνται σπάνια μόνο.
Ανήκει στις παρακάτω ομάδες συστατικών
Ρυθμίζοντας τα Καλλυντικά
Τα συστατικά των καλλυντικών προϊόντων υπόκεινται σε κανονισμούς. Παρακαλώ σημειώστε ότι ενδέχεται να ισχύουν διαφορετικοί κανονισμοί για τα συστατικά των καλλυντικών σε χώρες εκτός της ΕΕ.