Συστατικό
PROPYLENE GLYCOL
Όνομα / περιγραφή
Προπυλενογλυκόλη· 1,2-Προπανοδιόλη, 1,2-Διυδροξυπροπάνιο
Δράση (-εις) του συστατικού στα καλλυντικά προϊόντα
Έκδοχο για αρωματικά έλαια
Έκδοχο για αρωματικά έλαια /ή μέσων γεύσης
ΔΙΑΛΥΤΗΣ
Διαλύει άλλες ουσίες
ΜΑΛΑΚΤΙΚΟ ΔΕΡΜΑΤΟΣ
Διατηρεί την επιδερμίδα σε καλή κατάσταση
ΜΕΣΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΙΞΩΔΟΥΣ
Αυξάνει ή μειώνει το ιξώδες των καλλυντικών προϊόντων
ΥΓΡΟΣΚΟΠΙΚΟ
Συγκρατεί και διατηρεί την υγρασία στα καλλυντικά προϊόντα
Προέλευση
συνθετικό φυτικό/συνθετικό
Χρήση στα καλλυντικά
Διάφορα καλλυντικά προϊόντα για εφαρμογή σε δέρμα και μαλλιά, σε προϊόντα φροντίδας των δοντιών, του στόματος και των χειλιών, αντηλιακά, αποσμητικά
Χρήση σε άλλα προϊόντα
Πρόσθετο τροφίμων (Ε 1520), υγρά μαντηλάκια, προϊόντα οικιακού καθαρισμού, ιατρικές αλοιφές, δισκία, κάψουλες, σπρέι μύτης, διαλύματα για γαργάρες, λιπαντικά τεχνικής ψύξης, αποπαγωτικά, υγρά φρένων
Άλλες πληροφορίες για τη χρήση στα καλλυντικά
Η προπυλενογλυκόλη είναι από χημική άποψη μια δισθενής αλκοόλη και ένα άχρωμο, ελαφρώς ελαιώδες, γλυκιάς γεύσης και σχεδόν άοσμο υγρό που μπορεί να διαλυθεί εύκολα στο νερό. Οι αλκοόλες όπως η προπυλενογλυκόλη είναι, εκτός από το νερό, οι σημαντικότεροι διαλύτες για τα καλλυντικά παρασκευάσματα. Η προπυλενογλυκόλη χρησιμοποιείται, όπως και η γλυκερίνη, π.χ. σε κρέμες για το δέρμα, τονωτικές λσιόν προσώπου, οδοντόκρεμες και αποσμητικά, κυρίως ως διαλύτης, διαλυτοποιητής και/ή υγροσκοπική ουσία. Οι αλκοόλες είναι γενικά υδροξυλικά παράγωγα αλειφατικών και αλεικυκλικών κορεσμένων και ακόρεστων υδρογονανθράκων. Οι χημικές ονομασίες προέρχονται από αυτές των μητρικών υδρογονανθράκων με την προσθήκη της κατάληξης -όλη. Ανάλογα με τον αριθμό των ομάδων ΟΗ που περιέχονται στο μόριο, ονομάζονται μονοϋδρικές, δισθενείς (διόλες) ή τρισθενείς (τριόλες) αλκοόλες. Ανάλογα με τη θέση της(των) ομάδας(ων) ΟΗ στο μόριο γίνεται διάκριση μεταξύ πρωτοταγών, δευτεροταγών και τριτοταγών αλκοολών. Ως συστατικά στα καλλυντικά προϊόντα χρησιμοποιούνται ιδιαίτερα οι ακόλουθες αλκοόλες: Αιθυλική αλκοόλη (αιθανόλη) και ισοπροπυλική αλκοόλη (ισοπροπανόλη) καθώς και οι πολυσθενείς αλκοόλες γλυκερίνη (γλυκερόλη), προπυλενογλυκόλη, βουτυλενογλυκόλη, πεντυλενογλυκόλη και εξυλενογλυκόλη. Οι αρωματικές ουσίες ή τα μείγματα αρωματικών ουσιών αναφέρονται συχνά στον τομέα των καλλυντικών ως «αρωματικοί παράγοντες» ή «αρωματικά έλαια» ή «έλαια αρωμάτων». Στα καλλυντικά προϊόντα δηλώνονται με την ονομασία INCI «PARFUM». Πρόκειται για μη αραιωμένες μεμονωμένες ουσίες ή μείγματα αυτών που προέρχονται από φυσικές πρώτες ύλες ή μπορούν να παραχθούν (ημι-) συνθετικά. Αποτελούν πρώτες ύλες για την παραγωγή αρωμάτων και κολωνιών (eau de parfum, eau de toilette, eau de cologne) και άλλων αρωματισμένων καλλυντικών προϊόντων. Η μέση περιεκτικότητα των αρωματικών ουσιών στο άρωμα ανέρχεται σε 15-30 %, στο eau de parfum σε 10-14 %, σε eau de toilette σε 6-9 %, σε eau de cologne σε 3-5 % όπως και σε κρέμες δέρματος, σαμπουάν, σπρέι για τα μαλλιά και αποσμητικά έως περίπου 0,2-1 % και περίπου 1-3 % στα αποσμητικά στικ. Τα αρωματικά έλαια περιλαμβάνουν αιθέρια έλαια, ρητινοειδή και απόλυτα έλαια. Οι πρώτες ύλες είναι, μεταξύ άλλων, λουλούδια, φύλλα και μίσχοι, φρούτα και φλούδες φρούτων ή ρίζες φυτών∙ ξύλα, χόρτα ή βότανα, βελόνες, ρητίνες και βάλσαμα. Επιπλέον, χρησιμοποιούνται μόνο ενώσεις που απομονώνονται από φυσικά προϊόντα όπως αλδεΰδες, κετόνες, εστέρες, αλκοόλες κ.λπ. (γερανιόλη, κιτρονελλάλη, κιτράλη, ευγενόλη, μενθόλη) καθώς και ημι-συνθετικά (σιτρονελόλη, οξικός γερανυλεστέρας, ζονόνη) και συνθετικές οσμές ( π.χ. φαινυλαιθυλική αλκοόλη και λιναλοόλη). Οσμές ζωικής προέλευσης όπως ο μόσχος και η άμβρα χρησιμοποιούνται σπάνια μόνο.
Επιπλέον πληροφορίες
Για τη διευκρίνιση, εάν υπάρχει υποψία για αλλεργία εξ επαφής, αυτή η ουσία μπορεί να ελεγχθεί με μια τυπική επιδερμική δοκιμασία στον δερματολόγο.
Ανήκει στις παρακάτω ομάδες συστατικών
Ρυθμίζοντας τα Καλλυντικά
Τα συστατικά των καλλυντικών προϊόντων υπόκεινται σε κανονισμούς. Παρακαλώ σημειώστε ότι ενδέχεται να ισχύουν διαφορετικοί κανονισμοί για τα συστατικά των καλλυντικών σε χώρες εκτός της ΕΕ.