Συστατικό
CARAMEL
Όνομα / περιγραφή
Καραμέλλα
Δράση (-εις) του συστατικού στα καλλυντικά προϊόντα
ΑΡΩΜΑΤΙΚΟ
Ενισχύει την οσμή ενός προϊόντος και/ή αρωματίζει την επιδερμίδα
ΧΡΩΣΤΙΚΗ
Χρωματίζει τα καλλυντικά προϊόντα, επιδερμίδα, νύχια και/ή μαλλιά
Προέλευση
φυτικά
Χρήση σε άλλα προϊόντα
Χρωστική τροφίμων: E 150 a-d
Άλλες πληροφορίες για τη χρήση στα καλλυντικά
Καφέ βαφή Τα χρώματα εξασφαλίζουν στο καλλυντικό προϊόν μια ελκυστική όψη και χρησιμεύουν στον καλλωπισμό του δέρματος και των μαλλιών. Τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα χρώματα είναι συνθετικά∙ ελάχιστες φυσικές ουσίες είναι διαθέσιμες. Για τα χρώματα, οι ισχύουσες ονομασίες INCI είναι στις περισσότερες περιπτώσεις οι λεγόμενοι Αριθμοί Χρωματικού Δείκτη (Colour Index Numbers), οι «Αριθμοί CI». Οι αρωματικές ουσίες ή τα μείγματα αρωματικών ουσιών αναφέρονται συχνά στον τομέα των καλλυντικών ως «αρωματικοί παράγοντες» ή «αρωματικά έλαια» ή «έλαια αρωμάτων». Στα καλλυντικά προϊόντα δηλώνονται με την ονομασία INCI «PARFUM». Πρόκειται για μη αραιωμένες μεμονωμένες ουσίες ή μείγματα αυτών που προέρχονται από φυσικές πρώτες ύλες ή μπορούν να παραχθούν (ημι-) συνθετικά. Αποτελούν πρώτες ύλες για την παραγωγή αρωμάτων και κολωνιών (eau de parfum, eau de toilette, eau de cologne) και άλλων αρωματισμένων καλλυντικών προϊόντων. Η μέση περιεκτικότητα των αρωματικών ουσιών στο άρωμα ανέρχεται σε 15-30 %, στο eau de parfum σε 10-14 %, σε eau de toilette σε 6-9 %, σε eau de cologne σε 3-5 % όπως και σε κρέμες δέρματος, σαμπουάν, σπρέι για τα μαλλιά και αποσμητικά έως περίπου 0,2-1 % και περίπου 1-3 % στα αποσμητικά στικ. Τα αρωματικά έλαια περιλαμβάνουν αιθέρια έλαια, ρητινοειδή και απόλυτα έλαια. Οι πρώτες ύλες είναι, μεταξύ άλλων, λουλούδια, φύλλα και μίσχοι, φρούτα και φλούδες φρούτων ή ρίζες φυτών∙ ξύλα, χόρτα ή βότανα, βελόνες, ρητίνες και βάλσαμα. Επιπλέον, χρησιμοποιούνται μόνο ενώσεις που απομονώνονται από φυσικά προϊόντα όπως αλδεΰδες, κετόνες, εστέρες, αλκοόλες κ.λπ. (γερανιόλη, κιτρονελλάλη, κιτράλη, ευγενόλη, μενθόλη) καθώς και ημι-συνθετικά (σιτρονελόλη, οξικός γερανυλεστέρας, ζονόνη) και συνθετικές οσμές ( π.χ. φαινυλαιθυλική αλκοόλη και λιναλοόλη). Οσμές ζωικής προέλευσης όπως ο μόσχος και η άμβρα χρησιμοποιούνται σπάνια μόνο.
Πληροφορίες για την ασφαλή χρήση
Σύμφωνα με τον Κανονισμό της ΕΚ για τα Καλλυντικά [Regulation (EC) No. 1223/2009], που ισχύει για ολόκληρη την αγορά της ΕΕ, οι χρωστικές ορίζονται ως ουσίες που προορίζονται αποκλειστικά ή κυρίως για τον χρωματισμό του καλλυντικού προϊόντος, του σώματος στο σύνολό του ή ορισμένων μερών του, με απορρόφηση ή ανάκλαση του φυσικού φωτός. Το Παράρτημα IV του Κανονισμού ορίζει τις ουσίες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως χρώματα στα καλλυντικά προϊόντα. Σε αυτόν τον θετικό κατάλογο χρωμάτων ορίζονται εν μέρει οι μέγιστες συγκεντρώσεις για τη χρήση αυτών των ουσιών στα καλλυντικά προϊόντα, καθώς και οι επιτρεπόμενες περιοχές εφαρμογής. Οι χρωστικές για τα μαλλιά εξακολουθούν να ρυθμίζονται ξεχωριστά στη νομοθεσία της ΕΚ για τα Καλλυντικά. Στο μέλλον σχεδιάζεται να συμπεριληφθούν επίσης στο παράρτημα IV. Οι χρωστικές εξετάζονται πριν από την καταχώρησή τους στο Παράρτημα IV επιλεκτικά ως προς την τοξικολογική ασφάλειά τους και υποβάλλονται σε εκτεταμένες δοκιμές. Οι κατασκευαστές πρέπει να αποδείξουν την ασφάλεια για την υγεία με εκτενείς επιστημονικές μελέτες. Επιπλέον, οι εγκεκριμένες χρωστικές ουσίες επανεκτιμώνται και ο κατάλογος ενημερώνεται αναλόγως, σύμφωνα με τα νέα επιστημονικά ευρήματα και στην περίπτωση που προκύπτουν πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες από την επιτήρηση της αγοράς.
Ανήκει στις παρακάτω ομάδες συστατικών
Ρυθμίζοντας τα Καλλυντικά
Τα συστατικά των καλλυντικών προϊόντων υπόκεινται σε κανονισμούς. Παρακαλώ σημειώστε ότι ενδέχεται να ισχύουν διαφορετικοί κανονισμοί για τα συστατικά των καλλυντικών σε χώρες εκτός της ΕΕ.